Στην Ελλάδα οι διατροφικές συνήθειες είναι ανθυγιεινές, καθώς περίπου ένας στους δύο ενήλικες άνω των 60 ετών είναι δυσλιπιδαιμικός ή/και υπερτασικός ενώ πάνω από το 10% να είναι διαβητικοί, όπως προκύπτει από έρευνα του Αθηναϊκού Μακεδονικού Πρακτορείου Ειδήσεων.
ακτοπλοικα εισιτηρια ιταλια
ζητειται πωλητρια βιογραφικο σημειωμα
Εστιάζοντας στα παιδιά, οι ειδικοί επισημαίνουν ότι προβλήματα όπως η παχυσαρκία, η αναιμία ή η ανεπάρκεια θρεπτικών συστατικών δεν αντιμετωπίζονται δεόντως με τους διατροφικούς κανόνες. Περισσότερα από τέσσερα στα δέκα παιδιά πίνουν καθημερινά ροφήματα με ζάχαρη και ένα στα τρία δεν τρώει καθημερινά ούτε ένα φρούτο, σύμφωνα με την Παγκόσμια Έκθεση Διατροφής, η οποία δόθηκε χθες Πέμπτη στη δημοσιότητα.
Η έκθεση κρούει τον κώδωνα του κινδύνου και προειδοποιεί ότι οι περισσότερες χώρες δεν θα επιτύχουν τους εννέα παγκόσμιους στόχους για την διατροφή του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (ΠΟΥ), τους οποίους έχουν υπογράψει ότι θα πρέπει να επιτύχουν μέχρι το 2025, περιλαμβανομένων της παχυσαρκίας των ενηλίκων, του διαβήτη, της αναιμίας και της υγείας των παιδιών. Η έκθεση διαπίστωσε ότι σχεδόν το 30% των παιδιών σχολικής ηλικίας δεν τρώει ούτε ένα φρούτο καθημερινά αλλά το 44% καταναλώνει καθημερινά ροφήματα που περιέχουν ζάχαρη.
«Καμία από τις εισοδηματικές κατηγορίες που εξετάστηκαν δεν λαμβάνει στην διατροφή της αρκετά λαχανικά, όσπρια και τρόφιμα ολικής αλέσεως», υπογραμμίζει η καθηγήτρια Κορίνα Χοκς, η διευθύντρια του κέντρου πολιτικής των τροφίμων στο πανεπιστήμιο City του Λονδίνου. «Αυτό είναι ένα πρόβλημα διαταξικό σε παγκόσμιο επίπεδο», συμπληρώνει.
Οι Έλληνες τρώμε πολύ και ανθυγιεινά
Από τα στοιχεία της Πανελλαδικής Μελέτης Διατροφής και Υγείας (ΠΑ. ΜΕ. Δ.Υ) που αξιολόγησε 4600 άτομα όλων των ηλικιών από αντιπροσωπευτικό δείγμα του ελληνικού πληθυσμού προέκυψε ότι στους ενήλικες άνω των 60 ετών, περίπου 1 στους 2 είναι δυσλιπιδαιμικός ή/και υπερτασικός ενώ πάνω από το 10% είναι διαβητικοί.
Όπως επισημαίνει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο καθηγητής διατροφής Αντώνης Ζαμπέλας στο Γεωπονικό πανεπιστήμιο της Αθήνας, «αυτό σημαίνει ότι ένα πολύ μεγάλο μέρος του πληθυσμού μας δεν σιτίζεται σωστά για πολλά χρόνια, δηλαδή ενώ από πλευράς θερμίδων (ενέργειας) προσλαμβάνουμε περισσότερες από τις αναγκαίες και για αυτό περίπου το 60% του πληθυσμού έχει πρόβλημα βάρους, η συνήθης διατροφή υπολείπεται σε σημαντικά θρεπτικά συστατικά».
Οι διατροφικές συνήθειες του ελληνικού πληθυσμού προσδίδουν λίπος, κορεσμένα λιπαρά και πρωτεΐνη πάνω από τις συστάσεις, επισημαίνει και προσθέτει:
«Είναι χαρακτηριστικό ότι τα κορεσμένα λιπαρά (ζωικά λίπη) πρέπει να μειωθούν κατά 30% στον υγιή γενικό πληθυσμό και κατά περίπου 50% στα άτομα υψηλού κινδύνου καρδιαγγειακών νοσημάτων. Αντίθετα, η πρόσληψη πολυακόρεστων λιπαρών οξέων (φυτικά έλαια και ψάρι) είναι χαμηλή με το 95% του πληθυσμού να μην προσλαμβάνει τις συστηνόμενες ποσότητες ενώ και η πρόσληψη φυτικών ινών (φρούτα, λαχανικά, όσπρια) είναι χαμηλή με το 60% του πληθυσμού να μην προσλαμβάνει τις συνιστώμενες ποσότητες».
Όπως τονίζει, μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ έχουν παρατηρηθεί και χαμηλές προσλήψεις σε πολλές βιταμίνες και ανόργανα στοιχεία. Είναι ενδεικτικό ότι σχεδόν όλος ο πληθυσμός που εξετάστηκε δεν είχε επαρκή πρόσληψη βιταμίνης D, το 70% είχε χαμηλή πρόσληψη φυλλικού οξέος, το 60% σε ασβέστιο και κάλιο, ενώ περίπου το 30% των γυναικών αναπαραγωγικής ηλικίας είχαν χαμηλή πρόσληψη σιδήρου. Απεναντίας η πρόσληψη νατρίου που θα έπρεπε να είναι χαμηλή είναι ιδιαίτερα υψηλή.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου